δαιμονολάτρης

δαιμονολάτρης
ο
αυτός που λατρεύει τους δαίμονες, ο σατανιστής.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • δαιμονολάτρης — ο (Μ δαιμονολάτρης) όποιος λατρεύει τον δαίμονα ή τους δαίμονες μσν. ο ειδωλολάτρης …   Dictionary of Greek

  • δαιμονιστής — ο [δαιμονίζω] ο δαιμονολάτρης, αυτός που πιστεύει στους δαίμονες 2. όποιος έχει τη συνήθεια να δαιμονίζει ή να ερεθίζει τους άλλους …   Dictionary of Greek

  • δαιμονολατρία — και δαιμονολατρεία, η (Μ δαιμονολατρεία) η λατρεία τών δαιμόνων ή τών πονηρών πνευμάτων μσν. η ειδωλολατρία. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. δαιμονολατρία < δαιμονολάτρης και δαιμονολατρεία < δαίμων + λατρεία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”